Ζούμε το κύκνειο άσμα του Ευρώ και της ΕΕ;
Το ευρώ αποτελούσε ένα ευρωπαϊκό όραμα, με σκοπό του την ενοποίηση της Ευρώπης μετά τη σοβιετική κατάρρευση, μέσα σε ένα κλίμα συλλογικής ευημερίας, που θα οδηγούσε την ΕΕ προς την ομοσπονδοποίηση.
Αντί για αυτό, το ευρώ τελικά φαίνεται πως μάλλον διαλύει την Ευρώπη.
Την ώρα που οι ηγέτες της ΕΕ προσπαθούν απεγνωσμένα να παρουσιάσουν ένα κοινό μέτωπο, το άγχος αυξάνεται, και δεν αφορά μόνο στο ευρώ. Ξαφνικά, οι προσδοκίες 60 χρόνων, μοιάζουν άσκοπες, και η μελλοντική πορεία της ΕΕ αβέβαιη.
Επιφανειακά αν τη δούμε, η ΕΕ ήταν μια μεγάλη επιτυχία.
Έχει πληθυσμό 500 εκατομμυρίων, και ένα ΑΕΠ περισσότερο από $17 τρισεκατομμύρια, μεγαλύτερο από αυτό των ΗΠΑ, και τρεις φορές μεγαλύτερο από αυτά της Κίνας και της Ιαπωνίας.
Αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Αμερικής, και μαζί οι δυο αυτές οικονομίες παράγουν το μισό από το παγκόσμιο ΑΕΠ, και είναι υπεύθυνες για το 1/3 του παγκόσμιου εμπορίου.
Την ώρα όμως που η Ασία αναπτύσσεται οικονομικά και δημογραφικά, η Ευρώπη βρίσκεται σε πτώση. Το ευρωπαϊκό μερίδιο στο παγκόσμιο εμπόριο πέφτει σταθερά, ιδίως στις εξαγωγές. Ο γερασμένος της πληθυσμός επιβαρύνει τα γενναιόδωρα κοινωνικά και ασφαλιστικά της προγράμματα, και παράλληλα αυξάνει τα κρατικά χρέη σε μια περίοδο μηδενικής ανάπτυξης. Τεχνολογικά, η ΕΕ ακολουθεί την Αμερική, αλλά τα υψηλά της μεροκάματα την εμποδίζουν από το να καταστεί ανταγωνιστικός εξαγωγέας.
Η τρέχουσα κρίση του ευρώ οφείλεται κυρίως στις ανισορροπίες μεταξύ Βορρά και Νότου, πλουσίων και φτωχών, εξαγωγικών οικονομιών και οικονομιών υπηρεσιών.
Παράλληλα, οφείλεται και στην ύπαρξη ενός κοινού νομίσματος, με λίγους κανόνες, και οι οποίοι μάλιστα σπάνια εφαρμόζονται.
Η όποια επιδιόρθωση θα απαιτήσει θεμελιώδεις αλλαγές, με ανάγκη μεγάλης δυνατότητας παρέμβασης στα εσωτερικά των κυρίαρχων κρατών. Θα χρειαστεί μια δημοσιονομική ένωση, με κοινό ταμείο, και με έναν υπουργό Οικονομικών με αρμοδιότητες να παρεμβαίνει στους εθνικούς προϋπολογισμούς, και με μια πιο ενιαία φορολογική και ασφαλιστική πολιτική.
Δεν είναι όμως καθόλου εύκολο για την Ευρώπη να οδηγηθεί κατά κει, απεμπολώντας τις εθνικές ταυτότητες για χάρη ενός ευρωπαϊκού μοντέλου.
Υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν πως η ΕΕ βαίνει προς το τέλος της. Ο Γάλλος οικονομολόγος Nicolas Baverez επισημαίνει πως «όλες οι αρχές πάνω στις οποίες χτίστηκε η ευρωζώνη (όχι χρεοκοπία, όχι μεταφορές κεφαλαίων, όχι διασώσεις, αυστηροί περιορισμοί στα χρέη, κλπ) έχουν ακυρωθεί…».
Και όπως λέει, οι ηγέτες της ΕΕ υποτιμούν τον κίνδυνο, ο οποίος δεν είναι μια ακόμη ύφεση, αλλά μια πραγματικά επικίνδυνη κρίση.
«Υπάρχουν εντάσεις στο πολιτικό σύστημα, και αμφισβητήσεις των δημοκρατικών θεσμών, σε επίπεδο που έχουμε να δούμε από την εποχή της πτώσης της ΕΣΣΔ», λέει.
Η ΕΕ μοιάζει πια μια χαμένη υπόθεση. Οι ηγέτες της είναι «λίγοι», και ο νέος εθνικισμός υποβαθμίζει τη συλλογική ευθύνη και κοινή κυριαρχία που ορίζουν τις αρχές της ένωσης. Ο ευρωσκεπτικισμός κυριαρχεί, τόσο στα ακροδεξιά κόμματα που απεχθάνονται τους μετανάστες, την παγκοσμιοποίηση, και τις Βρυξέλλες, όσο και στα κυβερνώντα κόμματα πολλών πετυχημένων χωρών.
Μια ΕΕ 15 χωρών, έμοιαζε συμπαγής και διαχειρίσιμη. Η σημερινή όμως των 27 (σε λίγο 28), δεν κυβερνάται εύκολα, ούτε από μια επαγγελματική γραφειοκρατία που απέχει πολύ από τους ψηφοφόρους, και οι αποφάσεις της οποίας αντιμετωπίζονται με δυσαρέσκεια, μεταφραζόμενη στο δημοκρατικό έλλειμμα από το οποίο πάσχει κυρίως η ΕΕ.
Υπάρχουν επίσης και κάμποσες ιστορικές ειρωνείες. Για παράδειγμα, η Γερμανία, διαιρεμένη και κατεστραμμένη από τον πόλεμο, επανενώθηκε και κυριαρχεί σήμερα στην Ευρώπη, αυτή τη φορά χωρίς όπλα, και με αρκετή διστακτικότητα.
Τίποτα δεν γίνεται στην ΕΕ χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Βερολίνου, την δέσμευσή του, και τα χρήματά του. Στο πρόσωπο όμως της Angela Merkel, η χώρα βρήκε έναν ηγέτη που δεν εμπνέει, ενώ οι πολιτικοί εταίροι της στον κυβερνητικό συνασπισμό διολισθαίνουν όλο και πιο πολύ προς την αφάνεια. Η καγκελάριος εστιάζει στην εσωτερική πολιτική, και στο χαλαρό σύστημα ομοσπονδιακού τύπου διακυβέρνησης, που έρχεται σε αντίθεση με αυτό της επικεντρωμένης, σχεδόν μοναρχικής γαλλικής εξουσίας.
Από τη πλευρά της, η Γαλλία κάποτε κυριαρχούσε στην ΕΕ, αλλά τώρα απλά ακολουθεί την ανθηρή Γερμανία, που είναι και ένας λόγος για τον οποίο ο François Mitterrand φοβόταν την επανένωση των δυο Γερμανιών. Αγχωμένη με τα χρέη της, τις τράπεζες και τις πιστοληπτικές τους αξιολογήσεις, εν μέσω μιας βρώμικης εκστρατείας προεδρικής εκλογής, η Γαλλία περνάει δύσκολα, συμπαρασύροντας και την Γερμανία.
Την ίδια στιγμή, πολλές ανατολικές χώρες παρουσιάζουν μια μεγαλύτερη ζωντάνια από αυτές της Δύσης. Μοιράζονται την γερμανική και ολλανδική αντίληψη περί αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, και διστάζουν να συμμετάσχουν σε ένα αμφίρροπο ευρώ, αναλαμβάνοντας ευθύνες άλλων.
Η Βρετανία, που πάντα ήταν στο περιθώριο της ΕΕ, σήμερα μοιάζει σοφή αφού απέρριψε το ευρώ. Η διάθεσή της είναι τώρα πολύ πιο αντιευρωπαϊκή ακόμη και από την εποχή της Thatcher.
Για να γίνουν βαθιές θεσμικές αλλαγές, χρειάζεται η τροποποίηση των συμβάσεων και η συναίνεση των Ευρωπαίων ψηφοφόρων. Η Ευρώπη όμως δεν είναι καθόλου δημοφιλής ως ιδέα, αφού πολλοί την ταυτίζουν με την παγκοσμιοποίηση, και με μια απρόσωπη παρεμβατικότητα. Δεν είναι λοιπόν, καθόλου σίγουρο πως οι ψηφοφόροι θα θελήσουν μια οικονομική ολοκλήρωση. Και ακόμη και αν προχωρήσει αυτή η ιδέα, θα χρειαστούν πολλά χρόνια μέχρι να εγκριθεί τελικά μια νέα συνθήκη.
Η εύκολη λύση είναι να λέμε ότι θέλουμε «περισσότερη» Ευρώπη, και όχι «λιγότερη». Αυτό είναι αυτονόητο στους «ευρωκράτες» και στις πολιτικές ελίτ, δεν είναι όμως αυτό που θέλουν οι απλοί ψηφοφόροι.
Για να πετύχει η οποιαδήποτε θεσμική μεταρρύθμιση, χρειάζονται δημοκρατικές διαδικασίες. Μια όμως πραγματικά δημοκρατική συζήτηση θα επιδεινώσει την τρέχουσα κρίση.
Και αυτό αποτελεί τελικά την μεγαλύτερη ιστορική ειρωνεία.
New York Times
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου