- Οι δανειολήπτες της Eυρωζώνης επαληθεύουν τον Αϊνστάιν
- “Τρέλα: το να κάνεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά και να περιμένεις διαφορετικά αποτελέσματα”. Πρόκειται για μια ρήση του Αλβέρτου Αϊνστάιν. Και οι αξιωματούχοι ολόκληρης της Ευρώπης προσπαθούν να αποδείξουν ότι ισχύει
Στο πλαίσιο αυτό οι αρχές της Ευρωζώνης εφαρμόζουν ένα ... ιδιοφυές σχέδιο για την αντιμετώπιση του υπερβολικού χρέους: δανείζονται περισσότερο για να αποπληρώσουν τα προβληματικά χρέη τους. Και η ιρλανδική κυβέρνηση οδηγεί το δημόσιο έλλειμμά της στο 32% του ΑΕΠ, δανειζόμενη για να σώσει τις τράπεζες που επλήγησαν από την αδυναμία των κτηματομεσιτικών εταιριών να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Αν η αύξηση του δανεισμού για την αποπληρωμή των ήδη υπερβολικών δανείων δεν ταιριάζει γάντι με τον ορισμό της ‘φρενοβλάβειας’ από τον μεγάλο φυσικό, τότε τι είναι;
Δεν υπάρχει υπεύθυνος παρατηρητής που δεν θα δεχθεί ότι το κράτος πρόνοιας πολλών κρατών μελών της Ευρωζώνης πρέπει να ψαλλιδιστεί. Αλλά η λιτότητα δεν στερείται κόστους: Μπορεί να στοιχίσει σε θέσεις εργασίας, κέρδη και κατά συνέπεια φορολογικά έσοδα. Εκτός και αν οι κεντρικές τράπεζες την αντισταθμίσουν με μια χαλαρή νομισματική πολιτική. Την οποία όμως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θέλει να υιοθετήσει.
Ο Υβ Μερς, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, πιστεύει πως η ανάκαμψη της Ευρωζώνης είναι πλέον βιώσιμη και συμφωνεί με τον Γιούργκεν Σταρκ, επίσης μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ για περιορισμό του μακροχρόνιου δανεισμού προς τις τράπεζες της Ευρωζώνης. Όμως η ιστορία μας δείχνει ότι η λιτότητα χωρίς χαλαρή νομισματική πολιτική μπορεί να οδηγήσει σε ύφεση. Δεν πειράζει: Η γραφειοκρατία της Ευρώπης είναι διατεθειμένη να πληρώσει κάθε κόστος για να αποφύγει την ταπείνωση μιας αναδιάρθρωσης χρέους ή την έγερση πληθωριστικών ανησυχιών στη Γερμανία. Συνεπώς δρομολογεί το συνδυασμό της λιτότητας με την νομισματική σύσφιξη, υπό τις επευφημίες των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, αυτών των αλάνθαστων εκτιμητών του κινδύνου που προικοδοτούσαν τα τιτλοποιημένα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια υψηλού κινδύνου με τριπλή Α αξιολόγηση. Άλλη μια απόδειξη της ιδιοφυίας του Αϊνστάιν.
Στο τέλος η κρίση δεν θα αφορά το αν θα πληρωθεί ο λογαριασμός αλλά το ποιος θα τον πληρώσει. Μια ομάδα υποψηφίων περιλαμβάνει τους πιστωτές και τους πολίτες της Ευρωζώνης με σταθερά εισοδήματα. Αυτοί μπορεί να υποχρεωθούν να πληρώσουν αν η ΕΚΤ τυπώσει χρήμα, προκαλέσει πληθωρισμό και αποπληρωθούν οι πιστωτές με ένα υποτιμημένο νόμισμα. Η ΕΚΤ ωστόσο έχει πει όχι σε αυτή τη στρατηγική. Κι αν η βούλησή της για ένα σκληρό ευρώ εξασθενίσει, υπάρχει πάντα το ηχηρό 'όχι' του Βερολίνου που αντιπροσωπεύει μια Γερμανία ακόμη φοβισμένη για τις πολιτικές επιπτώσεις του πληθωρισμού.
Άλλη μια λύση είναι η υιοθέτηση του δρόμου που έχει ήδη επιλεγεί. Λιτότητα σε συνδυασμό με την αύξηση του δανεισμού της Ευρωζώνης σαν σύνολο. Ο δανεισμός αυτός μεταφέρει τα χρέη των προβληματικών χωρών στον ισολογισμό της Γερμανίας, ενώ η λιτότητα συγκεντρώνει το βάρος της αποπληρωμής στους σημερινούς αποδέκτες των κυβερνητικών κονδυλίων – τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα, τους δικαιούχους των επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας και εκείνους τους επιχειρηματίες του ιδιωτικού τομέα για τους οποίους η κυβέρνηση αποτελεί βασικό πελάτη.
Αλλά αυτή η επιλογή αφήνει τους πιστωτές που συνήψαν τα προβληματικά δάνεια εκτός ζημιών. Επομένως ας δούμε και την τρίτη περίπτωση: κι αν το ‘στάση πληρωμών’ ακούγεται πολύ βαρύ, ας την αποκαλέσουμε ‘αναδιάρθρωση’. Οι οικονομολόγοι Φρεντερίκο Στουρτσενέγκερ και Τζερομίν Τσετελμέγιερ, σε πρόσφατη ακαδημαϊκή δουλειά τους σχετικά με τις κρίσεις χρέους και τις στάσεις πληρωμών, σημειώνουν: “Όλες οι εκρήξεις δανεισμού μέχρι σήμερα κατέληξαν σε ύφεση εκ των οποίων μερικοί από τους ωφεληθέντες από τις προηγούμενες εισροές πιστώσεων είτε κήρυξαν στάση πληρωμών είτε έκαναν αναδιάρθρωση του χρέους τους”. Ένας ενδεικτικός κατάλογος των κρατών που έκαναν στάση πληρωμών το 19ο και τον 20ο αιώνα περιλαμβάνει την Τουρκία, τη Βουλγαρία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, το Μεξικό, τη Ρωσία, την Κίνα, την Ισπανία, την Τσεχοσλοβακία, την Πορτογαλία και πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής – και υπάρχουν κι άλλες.
Οι πολιτικοί της Ευρωζώνης πιστεύουν ότι μπορούν παράλληλα: πρώτον, να πολεμήσουν τις αγορές, δεύτερον, να επιβάλουν ένα κόστος δίχως τέλος σε ψηφοφόρους δημοκρατικών κυβερνήσεων και τρίτον, να επαναφέρουν τιμωρητικά τις σπάταλες χώρες στην ορθή τάξη. Δεν μπορούν να κάνουν τίποτα από τα τρία. Οι αγορές είναι εκείνες που ορίζουν τα επιτόκια δανεισμού. Οι ψηφοφόροι μπορούν να στείλουν σπίτι τους τούς πολιτικούς που τους πιέζουν υπερβολικά. Και τα σχέδια για την επιβολή εξοντωτικών κυρώσεων στα σπάταλα κράτη δανειολήπτες προσκρούουν σε δύο εμπόδια. Καταρχήν δεν ανελήφθη καμία δράση όταν η Γερμανία και η Γαλλία παραβίασαν το κατώφλι του 3%, πώς λοιπόν τώρα θα επιβάλουν κυρώσεις σε άλλες χώρες που το έκαναν; Δεύτερον, η επιβολή προστίμων σε χώρες που βρίσκονται σε κατάσταση χρεοκοπίας, ακόμη και αν είναι εφικτή, δεν είναι καθόλου εύλογη.
Η πραγματικότητα είναι ότι η Ευρωζώνη σήμερα αποτελείται από έναν πυρήνα και μια περιφέρεια, ή την 'καλή' Ευρωζώνη και το υπόλοιπο. Η υπόλοιπη Ευρωζώνη δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές της υποχρεώσεις χωρίς ένα συνδυασμό μέτρων που θα περιλαμβάνει την αναδιάρθρωση του χρέους, ισχυρό πληθωρισμό, μια γερή δόση λιτότητας, κι ένα ξεχωριστό υποτιμημένο ευρώ που οι οικονομολόγοι – πριν γίνει σαφής η πλήρης έκταση των προβλημάτων της Ιρλανδίας – αποκαλούσαν Ευρώ του Νότου.
Ένα τέτοιο νόμισμα που θα μπορεί να υποτιμηθεί είναι σε θέση να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητα των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας ενώ προχωρούν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως άλλωστε προτείνουν ο Τζ. Στίγκλιτς και ο Μ. Φέλντστάιν, οικονομολόγοι που διαφωνούν μεταξύ τους σε πολλά άλλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου